γουνέμπορος

γουνέμπορος
ο
ο έμπορος γουναρικών.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Κυδωνιάτης, Αναστάσιος — Αγωνιστής του 1821 και εθνομάρτυρας. Καταγόταν από ονομαστή οικογένεια της Θεσσαλονίκης και αρχικά ήταν γουνέμπορος, ενώ αργότερα διετέλεσε δημογέροντας. Ενίσχυσε την προετοιμασία του Αγώνα με μεγάλα χρηματικά ποσά, εξακολουθώντας να προσφέρει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”